«Ἀγάπη χωρὶς ὅρους καὶ ὅρια»

Ἄρθρο τοῦ Παναγιώτου Δ. Σάτου

«Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος.» [Α΄ Κορ. ς΄ 12]. Ποιός θὰ μποροῦσε νὰ διαφωνήσῃ μὲ τοὺς ἀνωτέρω λόγους τοῦ Ἀποστόλου Παύλου; Πράγματι, ὅλα ἔχω ἐξουσία νὰ τὰ κάνω, ἀλλὰ δὲν εἶναι ὅλα πρὸς τὸ συμφέρον μου. Ὅλα εἶναι ὑπὸ τὴν ἐξουσία μου, ἀλλὰ δὲν εἶναι πρὸς ὄφελός μου νὰ εἶμαι δοῦλος στὸ ὁτιδήποτε.

Τότε; Δὲν θὰ κάνω ὅ,τι μοῦ ἀρέσει; Θὰ κάνω ὅ,τι θέλουν οἱ ἄλλοι; Ἀφοῦ ἡ μεγαλύτερη ἐλευθερία εἶναι τὸ δικαίωμα νὰ μπορῶ νὰ ἐπιλέγω. Τὸ ἐρώτημα, ὅμως, δὲν εἶναι ἐὰν θὰ πρέπει νὰ μπορῶ ἐλεύθερα νὰ ἐπιλέγω, ἀλλὰ τὸ τί ἐπιλέγω καὶ μὲ ποιά κριτήρια. Ὁ Ῥουσσώ, στὸ «Κοινωνικὸ Συμβόλαιο» γράφει σχετικῶς: «(…) τὴν ἠθικὴ ἐλευθερία, ποὺ μόνον αὐτὴ καθιστᾶ πραγματικὰ τὸν ἄνθρωπο κύριο τοῦ ἐαυτοῦ του, γιατὶ ἡ παρόρμηση τῶν ὀρέξεων καὶ μόνο εἶναι σκλαβιά, ἐνῶ ἡ ὑπακοὴ στὸν ἐπιβεβλημένο νόμο εἶναι ἐλευθερία.» [Rousseau J.-J. Τὸ κοινωνικὸ συμβόλαιο. Ἀθήνα: Ἐκδόσεις Δαμιανός. σ. 44].

Πολὺ ὡραῖα. Καὶ τί σχέσι ἔχουν ὅλα αὐτὰ μὲ τὴν ἀγάπη; Ἃς σκεφθοῦμε τὸ ἑξῆς: Ἕνας νέος γονέας ξυπνᾶ στὶς 3 τὸ πρωῒ (γιὰ 10η συνεχόμενη φορὰ) ἀπὸ τὸ κλᾶμα τοῦ παιδιοῦ του. Μπορεῖ νὰ ἐπιλέξει ἐλεύθερα εἴτε νὰ γυρίσῃ πλευρὸ γιὰ νὰ συνεχίσῃ τὸν ὕπνο του (ἄλλως τε ἔχει μόνον 3 μὲ 4 ὧρες ἀκόμη γιὰ νὰ ξυπνήσῃ γιὰ τὴν ἐργασία του), εἴτε νὰ «χαλάσῃ» τὸν ὕπνο του γιὰ νὰ φροντίσῃ τὸ παιδί του. Ἐπιλέγει τὸ δεύτερο. Συμφωνοῦμε ὅλοι, σωστά; Εἶναι ὅμως αὐτὸ ποὺ ἤθελε; Σίγουρα ὄχι. Γιατί; Διότι «τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής».
Στὸ προηγούμενο παράδειγμα, ὁ γονέας ἔκανε αὐτὸ ποὺ ἔπρεπε, τὸ ὁποῖο ὅμως ἦταν ἀντίθετο μὲ αὐτὸ ποὺ ἤθελε. Αὐτὸ λέγεται θυσία τοῦ θελήματός του γιὰ χάριν τοῦ ἄλλου ἢ ἀλλιῶς ἀγάπη. Ἀγάπη δὲν εἶναι, κυρίως, ἡ πρᾶξις ποὺ κάνω μὲ εὐχαρίστησι γιὰ τὸν ἄλλον. Τέτοιες πράξεις μπορεῖ νὰ περιέχουν ἰδιοτελεῖς σκοπούς. Ἀγάπη εἶναι, πρωτίστως, ἡ πρᾶξις ποὺ θὰ κάνω γιὰ τὸν ἄλλο χωρὶς προσωπικὴ εὐχαρίστησι, ἀλλὰ γιὰ νὰ εὐχαριστήσω τὸν ἄλλον.

Νὰ λοιπὸν πῶς συσχετίζονται ἡ ἀγάπη μὲ τὴν ἐλευθερία. Ἡ ἀγάπη εἶναι πρᾶξις ἐλευθερίας καὶ ἡ ἐλευθερία εἶναι ἀπόῤῥοια τῆς ἀγάπης. Τότε ποῦ χωροῦν οἱ ὅροι καὶ τὰ ὅρια; Μπορεῖ νὰ ὑπάρξῃ ἀγάπη χωρὶς ὅρους καὶ ὅρια; Θεωρητικῶς μποροῦμε νὰ ἀπαντήσουμε «ναί», πρακτικῶς ὅμως «ὄχι». Διότι ἡ ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐλευθερία, γιὰ τὸν καθένα εἶναι ὑποκειμενικὴ καὶ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ πιστεύω του, τὸ ἦθος του, τὴν καλλιέργειά του, τὸ περιβάλλον του καὶ οὕτω καθεξῆς. Ἐπομένως, ἀγάπη χωρὶς ὅρους καὶ ὅρια, χωρὶς σεβασμό, χωρὶς φραγμούς, χωρὶς ὑπακοή, χωρὶς πειθαρχία, χωρὶς διαπαιδαγώγηση, εἶναι μία ἐμπαθὴς κατάστασις. Εἶναι σὰν νὰ ἀλλάζω ταχύτητες στὸ αὐτοκίνητο, χωρὶς νὰ λαμβάνω ὑπ’ ὄψιν τὶς στροφὲς τοῦ κινητήρος. Ἐὰν τὶς ἀλλάζω στὶς χαμηλὲς στροφές θὰ «μπουκώσω» τὸν κινητήρα, ἐνῶ ἐὰν τὶς ἀλλάζω στὶς ὑψηλὲς θὰ τὸν «κολλήσω».

Ἂς βαδίζουμε καὶ στὴν ἀγάπη τὴ μέση ὁδό. Ἂς ἀποφύγουμε τὰ ἄκρα. Ὅσο καλὲς κι ἂν εἶναι οἱ προθέσεις, δὲν ἀρκοῦν γιὰ νὰ ἐπιφέρουν ὠφέλιμα ἀποτελέσματα. Ἂς ψάξουμε νὰ βροῦμε τοὺς ὅρους καὶ τὰ ὅρια ποὺ θὰ κάνουν τὴν ἀγαπή μας προς τοὺς ἄλλους ἀπαθή. Κι ἴσως τότε, νὰ μὴν χρειαζόμαστε Νόμους, Ὑπουργικὲς Ἀποφάσεις, ὁδηγίες, ἀπαγορεύσεις ἢ πρόστιμα, γιὰ νὰ ἐκδηλώνουμε ὑγιῶς τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν διπλανό μας.

* Ὁ Παναγιώτης Σάτος εἶναι ὑποψήφιος Διδάκτωρ Τεχνητῆς Νοημοσύνης στὸ
Πανεπιστήμιο Ἰωαννίνων.
(Ἐπόμενο ἄρθρο ἐκτάκτως τὴν Παρασκευὴ 1 Μαΐου 2020)