Έλληνασθενής covid

Του Σταύρου Ν. Σεϊμένη

Ως κοινή αντίληψη επικρατεί, ότι οι βόρειοι λαοί είναι παγεροί και ανέκφραστοι, αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες με ρεαλιστικότητα και αντοχή. Οι μεσογειακοί λαοί έχουν διαφορετική ιδιοσυγκρασία και στις αντιξοότητες της ζωής έχουν μικρότερη ανθεκτικότητα και αρκετή θλίψη και πόνο. Για τα συναισθήματα και τις σκέψεις του Έλληνα, παντοτινός και αξιόπιστος μάρτυρας είναι το δημοτικό τραγούδι, «το καθαρότερο αντιφέγγισμα της ελληνικής ψυχής». Ο λαϊκός ψυχισμός αποτυπώνεται στον έρωτα, τη γέννηση του παιδιού, τον θάνατο, την ξενιτιά, τις χαρές και τις λύπες. Αυτό που επιστημονικά ορίζεται ως ενσυναίσθηση, δηλ. «εμβάθυνση της επικοινωνίας μέσω συναισθηματικής ταύτισης ή κατανόησης», χαρακτήριζε τη συμπεριφορά των Ελλήνων και ξεκλείδωνε τις σχέσεις τους. Και αυτό το προσόν μέσα από ιστορικές αναταράξεις αποτελεί μια βασική ικανότητα που μας κάνει ανεκτικούς και ανοικτούς στη διαφορετικότητα, στην πολυπολιτισμικότητα.

Στην εποχή της εύκολης και ποικιλότροπης επικοινωνίας, σύμφωνα με έρευνες, η μοναξιά αποτελεί μια σκληρή πραγματικότητα, ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις και λιγότερο στην ύπαιθρο. Η πανδημία αναμφισβήτητα, ευνόησε το φαινόμενο και η νόσηση από κορονοϊό μηδένισε την ανθρώπινη παρουσία, ενίσχυσε τον φόβο και κυρίως ανέδειξε το αίσθημα της απόγνωσης του να πεθαίνει κάποιος μόνος. Τέτοιες ιστορίες τραγικές και απάνθρωπες αναδύονται καθημερινά. Είναι μια πραγματική κρίση της δημόσιας υγείας και όχι μόνο, μοναξιά και κατάθλιψη, αποτελούν μεγάλες «επιδημίες» του 21ου αιώνα. Πρόσφατο δημοσίευμα των «Financial Times» επικεντρώθηκε στη σχέση μοναξιάς – πολιτικής μισαλλοδοξίας, επισημαίνοντας ότι το αίσθημα του να μην ανήκεις πουθενά αγγίζει την ουσία του ολοκληρωτισμού.
Μοναχικοί, αόρατοι, αποκλεισμένοι και περιθωριοποιημένοι είναι οι ασθενείς με Covid. Το κοκκίνισμα του ίχνους Τ ,τα κατ΄ ανάγκην μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας και η πειθαρχία στις οδηγίες, αυτόματα σηκώνουν γέφυρες και υψώνουν τείχη. Η συγγένεια, η φιλία, η αγάπη, ο έρωτας, η προσφορά, η αλληλεγγύη μηδενίζονται και διαγράφονται, ανοίκειος κόσμος, ανύπαρκτος ασθενής.

Μακριά από την εικονική πραγματικότητα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ο ασθενής έχει την ευκαιρία να αναμετρηθεί με τους φόβους του, την εναλλαγή και τη διαχείριση των συναισθημάτων του, την έλλειψη φροντίδας, να αξιοποιήσει δεξιότητες, ικανότητες ή αρετές, να διατηρήσει έναν υγιή και ισορροπημένο τρόπο ζωής, να συνδεθεί και να επανασυνδεθεί με την προσωπική του ιστορία, να ενισχύσει την ανθεκτικότητά του.
Και ενώ το κακό, όσο και αν αποφεύγουμε να μιλάμε, μας παραμονεύει, αβίαστα ανασύρθηκε στη μνήμη μου ένα ανθρώπινο διήγημα του Δημητρίου Βικέλα,(1835-1908), «Ο παπα-Νάρκισσος»*,(1886). Από τη μια μεριά «κεντρικός ήρωας ένας νεαρός παπάς, φρεσκοπαντρεμένος, που έχει αναλάβει εδώ και τρεις μήνες τα καθήκοντα του ιερέα σε ένα νησιώτικο χωριό. Όλα πηγαίνουν καλά στη ζωή του, οι χωρικοί, παρά το νεαρό της ηλικίας του, τον σέβονται και τον εκτιμούν, η έγκυος γυναίκα του τον λατρεύει, οι αγροί του προεμήνυον ευκαρπίαν». Από την άλλη μεριά, «ο λεπρός που μένει μόνος, εξόριστος, σε ένα ερημητήριο, μακράν της κοινωνίας, με ένα και μοναδικό γέροντα φιλάνθρωπο να τον φροντίζει». Στο μέσον, οι ανθρώπινοι φόβοι του ιερέως για να τον μεταλάβει και να παραστεί στις τελευταίες στιγμές της ζωής του.

Τους φόβους αυτούς καλούνται να υπερνικήσουν και όσοι επιθυμούν να προστρέξουν, να παρηγορήσουν και να πράξουν το χρέος της κοινωνικής συμπαράστασης. Τα ήθη και τα έθημας δεν μας επιτρέπουν να αντιμετωπίζουμε τον άνθρωπο ως στατιστικό αριθμό ή ως αντικείμενο αλλά ούτε να μας ορίζουν ρευστές συνθήκες.
Στο ερώτημα ελευθερία ή υγεία υπάρχει η«μοραλική» απάντηση… και η ελευθερία και η υγεία, ή τόσο η ελευθερία όσο και η υγεία.

*Από το διήγημα εμπνεύστηκε ο Νικηφόρος Λύτρας τον πίνακα «Ο παπα- Νάρκισσος στον δρόμο για τον ετοιμοθάνατο λεπρό», αραιωμένο μελάνι σε χαρτί, πριν το 1897 και ανήκει στη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης.