Πάνος Αμυράς: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Το μήνυμα που θέλω να περάσω στους αναγνώστες, και ιδίως στις νεότερες γενιές, είναι ότι η βάση κάθε κοινωνίας είναι η συμφιλίωση

Ποιος είναι
Ο Πάνος Αμυράς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966 και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στην ΑΣΟΕΕ, αλλά γρήγορα στράφηκε στη δημοσιογραφία. Ξεκίνησε την καριέρα του από την οικονομική εφημερίδα Εξπρές. Το 1994 εντάχθηκε στο δημοσιογραφικό δυναμικό του Ελεύθερου Τύπου, ενώ από το 2011 έχει αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας. Συνεργάζεται με τον ραδιοφωνικό σταθμό Real FΜ και έχει εργαστεί στον τηλεοπτικό σταθμό ANT1, στο ραδιόφωνο της ΕΡΑ (Α’ Πρόγραμμα) και στον City FM. Είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών. Από τις Εκδόσεις Διόπτρα κυκλοφορούν τα βιβλία του Ο λιμός, Τα λύτρα και Το φιλί του Δεκέμβρη, με ήρωα πάντα τον Νίκο Αγραφιώτη. Το φιλί του Δεκέμβρη μάς έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.

Ερ.: Δεκέμβριος 1944. Η Αθήνα βιώνει τις δραματικές ημέρες του Εμφυλίου. Πώς ξεκίνησε ο Εμφύλιος;

Απ.: Ο Εμφύλιος δεν ξεκίνησε μετά την απελευθέρωση, τον Δεκέμβριο του 1944, αλλά εν μέσω Κατοχής. Και αυτό είναι το τραγικό παράδοξο των Ελλήνων. Να μεγαλουργούν ενωμένοι, όπως αποτυπώθηκε στο έπος του 1940, αλλά να παρασύρονται από τον σπόρο του διχασμού και από νικητές του πολέμου κατά των κατακτητών να μετατρέπονται σε αδίστακτους αδελφοκτόνους.

Ερ.: Από τις περιγραφές που κάνετε, στην πόλη γίνονταν φονικές συγκρούσεις. Σε ποιες περιοχές της Αθήνας ήταν επικίνδυνο να κυκλοφορήσεις;

Απ.: Όλη η Αθήνα είχε μετατραπεί σε πεδίο μάχης, χωρίς να είναι πάντα ευδιάκριτοι οι αντίπαλοι. Οι αιματηρές συγκρούσεις του Δεκεμβρίου γρήγορα επεκτάθηκαν σε όλο το λεκανοπέδιο. Οι ένοπλες ομάδες του ΕΛΑΣ είχαν εξαπολύσει επιθέσεις σε πολλά σημεία της πόλης, μόνο το κέντρο παρέμενε υπό τον έλεγχο της τότε κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου με τη στήριξη των Βρετανών και του στρατού. Επομένως, ο κίνδυνος βρισκόταν παντού και για όλους.

Ερ.: Αναφέρετε ότι πολλά σπίτια καταστράφηκαν ολοσχερώς. Για ποιο λόγο έβαζαν φωτιά στα σπίτια ή τα κατέστρεφαν με χειροβομβίδες ή με άλλα μέσα;

Απ.: Λογική δεν υπάρχει σε μια εμφύλια σύρραξη, που από μόνη της εμπεριέχει το στοιχείο του παραλογισμού. Η Αθήνα, η οποία σε μεγάλο βαθμό είχε μείνει αλώβητη από τους ναζί, που προχωρούσαν σε άλλου τύπου θηριωδίες, παραδόθηκε στις φλόγες και την καταστροφή. Ακόμη και σήμερα σε συνοικίες της πόλης υπάρχουν κτίρια με τα σημάδια από τις σφαίρες και τις οβίδες των Δεκεμβριανών, για να θυμίζουν μία τραγική περίοδο που δεν πρέπει να ζήσουμε ξανά ποτέ.

Ερ.: Και ενώ η Αθήνα καίγεται, ο Νίκος Αγραφιώτης αναλαμβάνει να εντοπίσει έναν δικαστικό υπάλληλο, υπεύθυνο για υποθέσεις δωσιλόγων. Πόσο σημαντική είναι η λίστα που ψάχνει να βρει ο Αγραφιώτης;

Απ.: Είναι σημαντική για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς για τον ίδιο, γιατί τον αφορά προσωπικά, όπως θα διαπιστώσουν οι αναγνώστες, αλλά σε επίπεδο συμβολισμών η σημασία της λίστας είναι ευρύτερη. Αποτυπώνει το αίτημα των πολιτών για τιμωρία όσων συνεργάστηκαν με τους ναζί. Ο δωσιλογισμός σε όλες τις μορφές του (οικονομικός κ.λπ.) έμεινε σε μεγάλο βαθμό ατιμώρητος, η υπόθεση για την εύρεση μιας λίστας επιχειρεί να φωτίσει τον σκοτεινό κόσμο των συνεργατών των ναζί.

Ερ.: Για να πετύχει την αποστολή με ποιους συνεργάζεται;

Απ.: Κυρίως στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις, δεν έχει πρόβλημα να συνεργαστεί με οιονδήποτε, το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να φέρει σε πέρας την αποστολή του. Ο Αγραφιώτης γίνεται κυνικός αλλά δεν χάνει ποτέ τη δική του ηθική, τουλάχιστον όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος.

Ερ.: Ψάχνει μια τραγουδίστρια που εργάζεται σε καμπαρέ. Μια κοπέλα που, ενώ ξεκινά με προδιαγραφές, καταλήγει να κάνει άσχημες παρέες. Πώς μπορούσε να συγκρατηθεί μια κοπέλα σε τόσο δύσκολες συνθήκες επιβίωσης;

Απ.: Δεν είναι ούτε εύκολο, ούτε δίκαιο να κρίνουμε συμπεριφορές με τη χρονική απόσταση ασφαλείας π ου μας χωρίζει από την περίοδο της Κατοχής. Πείνα μέχρι θανάτου, τρόμος από τις αγριότητες των ναζί, εκτελέσεις για ασήμαντη αφορμή, αυτή ήταν η καθημερινότητα των νέων της εποχής. Η τραγουδίστρια στο «Φιλί του Δεκέμβρη» είναι μυθιστορηματικός χαρακτήρας, ενδεχομένως να ενσαρκώνει μια πτυχή της Κατοχικής ζωής.

Ερ.: Ο Αγραφιώτης θα βρεθεί ανάμεσα σε διπλούς πράκτορες και αδίστακτους συνεργάτες των ναζί, που ψάχνουν την ευκαιρία να απαλλαγούν από το ένοχο παρελθόν τους. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου, δικάστηκαν οι δωσίλογοι;

Απ.: Όχι, στον βαθμό και την έκταση του δωσιλογισμού που εκδηλώθηκε στα χρόνια της Κατοχής. Το φάντασμα της ατιμωρησίας παρέμεινε επί πολλές δεκαετίες, ενώ ο Εμφύλιος έδωσε σε αρκετούς το άλλοθι για συγχωροχάρτια.

Ερ.: Και οι ήρωες του μυθιστορήματος ακροβατούν στις συνθήκες, ενώ ο θάνατος παραμονεύει κάθε στιγμή. Πώς όμως μπορούν ακόμη να ονειρεύονται και να αγαπούν;

Απ.: Η ζωή, η αγάπη και η ελπίδα δεν σταματούν ποτέ, ούτε καν στις πιο μαύρες σελίδες που έζησε η παγκόσμια ανθρωπότητα. Η ανθρώπινη δύναμη είναι ανεξάντλητη, το μεγαλείο της ψυχής μπορεί να υπερνικά κάθε εφιάλτη.

Ερ.: Ο Αγραφιώτης θα ακροβατήσει ανάμεσα στην αγάπη και στην προδοσία, αναζητώντας την αλήθεια και την κάθαρση. Δεν είναι δύσκολο να επιτευχθεί η αλήθεια και η κάθαρση σε μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι είναι μπολιασμένοι με άσχημα αισθήματα ο ένας για τον άλλον;

Απ.: Τουλάχιστον ο Αγραφιώτης το προσπαθεί! Όμως ας μη γελιόμαστε, η τοξικότητα της διχόνοιας δεν επουλώνεται εύκολα, αφήνει πληγές που απαιτούν χρόνο και, κυρίως, επιστροφή σε αξίες που εν καιρώ πολέμου, και μάλιστα εμφυλίου, χάνονται.

Ερ.: Σήμερα οι νέες γενιές τι γνωρίζουν για την περίοδο του Εμφυλίου;

Απ.: Οι εποχές αλλάζουν, αλλά δεν πρέπει να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη. Η Ιστορία έχει δείξει ότι ενώ ως λαός στα δύσκολα είµαστε ενωµένοι, αδυνατούµε να διαχειριστούµε τις επιτυχίες και τις κατακτήσεις μας. Το μήνυμα που θέλω να περάσω στους αναγνώστες, και ιδίως στις νεότερες γενιές, είναι ότι η βάση κάθε κοινωνίας είναι η συμφιλίωση. Μπορεί να γνωρίζουν ή να έχουν ακούσει για τα πάθη του εμφύλιου διχασμού, μοναδική απάντηση είναι η προσήλωση στην ενότητα. Τρανό παράδειγμα η συνάντηση το 1982 δύο αντιμαχόμενων την περίοδο του Εμφυλίου: του στρατηγού και επικεφαλής της Ορεινής Ταξιαρχίας Θρασύβουλου Τσακαλώτου και του ηγετικού στελέχους του Δημοκρατικού Στρατού Μάρκου Βαφειάδη. «Κάναμε λάθος τότε», είχε πει στη συνάντηση ο Τσακαλώτος και απάντησε ο Βαφειάδης: «Μάλλον, στρατηγέ μου», για να συμπληρώσουν οι δύο για τα θύματα του Εμφυλίου: «Ήταν όλοι καλοί Έλληνες».

Ερ.: Το νέο σας μυθιστόρημα ήρθε να συμπληρώσει την τριλογία σας. Από το πρώτο βιβλίο της σειράς, Ο λιμός, σχεδιάζατε να δημιουργήσετε μια τριλογία;

Απ.: Όχι, αν και γρήγορα διαπίστωσα ότι η περίοδος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ανεξάντλητη σε γεγονότα και πρωταγωνιστές, που παρέμεναν στο περιθώριο της ιστορίας. Από τη συγγραφική μου έρευνα για τον Λιμό προέκυψε υλικό και για τα επόμενα δύο βιβλία. Ελπίζω η εποχή αυτή να συνεχίσει να με εμπνέει.

Ερ.: Δημοσιογράφος, τώρα και συγγραφέας. Βοηθά η μία ιδιότητα την άλλη;

Απ.: Κάθε δραστηριότητα που αποτυπώνεται στο χαρτί είναι συναφής. Η δημοσιογραφική πείρα με βοήθησε σημαντικά στη διασταύρωση στοιχείων, στην αναζήτηση νέων πηγών, στο πώς θα διαχειριστώ τεκμήρια της εποχής. Η συγγραφή ενός βιβλίου είναι πιο σύνθετη διαδικασία, ευρύτερη της δημοσιογραφικής εργασίας, ωστόσο αισθάνομαι ευτυχής που με κάποιον τρόπο τα συνδυάζω.

Ερ.: Οι έντυπες εφημερίδες έχουν να αντιμετωπίσουν την τεχνολογία. Είναι η τεχνολογία ο εχθρός της έντυπης εφημερίδας;

Απ.: Η τεχνολογία αλλάζει τις συνήθειες του αναγνωστικού κοινού αλλά, όπως λένε και οι Αγγλοσάξονες, «βασιλιάς» σε κάθε μέσο ενημέρωσης είναι το περιεχόμενο. Εκεί πρέπει να δοθεί σημασία, είναι το στοιχείο που δίνει ζωή σε ένα έντυπο ακόμη κι αν η τεχνολογία καλπάζει στην καθημερινότητά μας.